Γ΄ ΒΡΑΒΕΙΟ ΣΤΟΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΜΝΗΜΕΙΑΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΣΤΗ ΝΑΥΤΙΚΗ ΒΑΣΗ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΦΛΩΡΑΚΗ ΣΤΟ ΜΑΡΙ
Αρχιτέκτονες: Ανδριανή Σούζου, Κατερίνα Γαλακτίου
Καλλιτέχνης: Αντιγόνη Σοφοκλέους
2013 | Πρόταση
Μαρί, Λεμεσός
Συνθετικές Αρχές – Διαχείριση Μνήμης
Η όλη παρέμβαση αναπτύσσεται βάσει ενός δυναμικού άξονα – «ραχοκοκαλιάς». Στον άξονα αυτό συμπυκνώνονται εμπειρίες συναισθηματικής κορύφωσης. Συμπληρωματικά με αυτόν λειτουργούν δευτερεύουσες πορείες, οι οποίες εντάσσονται στη διαδικασία συναισθηματικής «αποσυμπίεσης» και εμπλουτίζουν την κυρίαρχη πορεία με άλλα σημεία ενδιαφέροντος. Τόσο η κύρια ροή όσο και αυτές που την πλαισιώνουν, οδηγούν σε «αδιέξοδα» – ίχνη μνήμης, τα οποία αποτελούν τα ερεθίσματα ανάκλησης συναισθημάτων προκειμένου ο επισκέπτης να «φτάσει» στη μνήμη. Επί του βασικού άξονα διατάσσονται οι δεκατρείς αφιερωματικοί χώροι που μαζί με την κατάληξή του στο κυριότερο «αδιέξοδο», τον κρατήρα, συνθέτουν την πορεία – μνημείο. Η προσπέλαση της πορείας σημαίνει την εναλλαγή/ανάκληση συναισθημάτων και την κορύφωση αυτών κατά την οπτική επαφή με τον κρατήρα. Η χωρική εμπειρία ολοκληρώνεται μέσα από τα λοιπά «αδιέξοδα» (δεξαμενή, θραύσματα, τεκμήρια, ιερό), όπου και γίνεται αντιληπτό το μέγεθος της θυσίας.
Συμβολική Διάσταση και Μνήμη
Η συμβολική έννοια του αδιεξόδου έχει διττή σημασία. Ως σύμβολο, αναφέρεται στα μεγάλα αδιέξοδα της ζωής όπου καλούμαστε να πάρουμε σημαντικές αποφάσεις. Στην περίπτωσή μας οι δεκατρείς ήρωες μπροστά στο αδιέξοδο της καταστροφής πήραν την απόφαση να θυσιασθούν. Ως σχεδιαστική πρακτική, εντείνει τη μνημειακότητα του χώρου, αφού οι αποστάσεις/υψομετρικές διαφορές από τα ίχνη μνήμης δεν επιτρέπουν άλλου είδους επαφή παρά μόνο την οπτική.
Τα είδη των φυτών που πλαισιώνουν τη σύνθεση εμπεριέχουν έννοιες και συναισθήματα που ολοκληρώνουν τη συναισθηματική εμπειρία του τόπου. Τα αγκάθια (ασπάλαθος) παραπέμπει στον πόνο, στο απροσπέλαστο (μεγάλο πρανές και πρανές κύριας πορείας). Το μωβ χρώμα (λεβάντα) συμβολίζει το «μεγαλείο» και το θρήνο της απώλειας (αφιερωματικοί χώροι). Η δάφνη είναι σύμφυτη της «αιωνιότητας» και της «αθανασίας» (χώρος ιερού). Το άσπρο χρώμα (νύμφη) σχετίζεται με την αγνότητα (χώρος ιερού). Μέσα από την περιήγηση, ο τόπος μετατρέπεται σε σημεία μνήμης, σημεία όπου ο χρόνος και χώρος συναντιώνται, το παρελθόν και το παρόν καλούνται να μετουσιωθούν σε μέλλον.
Αρχές Λειτουργίας του Μνημειακού Χώρου
Μετά από επιτόπια εξέταση των υφιστάμενων συνθηκών της περιοχής μελέτης, κρίθηκε απαραίτητη η ενίσχυση και ενδυνάμωση των χωρικών της ποιοτήτων μέσω των συναισθημάτων. Η θέαση των ιχνών καταστροφής, κατά την περιήγηση στο χώρο, υπήρξε αφορμή μιας ψυχολογικής μετάπτωσης, με συναισθήματα όπως η λύπη, η συγκίνηση, η απορία, η αμηχανία και η θλίψη. Η γνήσια αυτή βιωματική εμπειρία, που δημιουργείται μέσα από την ίδια τη μνημειακότητα του χώρου δεν πρέπει μόνο να διαφυλαχθεί, αλλά να ενταθεί περαιτέρω. Για τους ίδιους τους συγγενείς των νεκρών, η περιδιάβαση στο χώρο, οφείλει να διαθέσει και μια άλλη αφηγηματική άποψη, μια διήγηση που θα τους παρακινήσει να ατενίζουν με αισιοδοξία τη ζωή και το μέλλον. Μία τέτοια προσέγγιση, γίνεται εφικτή μέσω συνθετικών χειρισμών που ανακαλούν συναισθήματα όπως η περηφάνεια, η γαλήνη και η προσφορά.
Οι δύο αυτές κατηγορίες συναισθημάτων, εμπίπτουν σε δύο κατηγορίες ροών, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, οι οποίες και συντάσσουν τις πορείες περιήγησης στο μνημειακό χώρο. Αρχή αποτελεί η πορεία κορύφωσης, η οποία αναπτύσσεται κατά μήκος ενός αυστηρού γραμμικού άξονα και συνδέεται αργότερα με τις πορείες αποσυμπίεσης, πάνω στις οποίες αποσβένουν όλα τα προηγούμενα αρνητικά συναισθήματα. Η πορεία κορύφωσης συντάσσεται με στόχο να εντείνει τη βίωση του μνημειακού χώρου, συνδέοντας τα γύρω ίχνη μνήμης με το «υπαίτιο» σημείο καταστροφής, τον κρατήρα. Εντός του άξονα αυτού, ξεδιπλώνεται το κυρίως μνημείο, το οποίο εστιάζει στο να αποδώσει φόρο τιμής στους νεκρούς. Πλησιάζοντας προς τον κρατήρα, ανοίγεται μπροστά στον επισκέπτη ένας δυναμικός πρόβολος, όπου και σηματοδοτείται η κατάληξη του άξονα. Ο πρόβολος αυτός εκτείνεται νοητά προς το κέντρο του κρατήρα, τονίζοντας έτσι την υπερτοπική κλίμακα της καταστροφής, και προσφέρει δευτερεύουσες θέες των τεκμηρίων και της θάλασσας.
Κατ’ επέκταση, η πορεία αποσυμπίεσης, εισάγεται ως ευκαιρία για συναισθηματική ανάπαυλα, ανασύνταξη συναισθημάτων και αναθεώρηση του γεγονότος, καθότι πρόκειται για παρελθοντικό και μη αναστρέψιμο. Με την αποχώρηση, από τον πρόβολο, διαδρομές συνδέουν και καταλήγουν στα λοιπά ίχνη. Σειρά λαμβάνει τώρα το ιερό, για την αναπτέρωση της ψυχολογίας των επισκεπτών, το οποίο και πλαισιώνει φύτευση που συμβολίζει τη ζωή, το θάνατο και την αιωνιότητα των ψυχών. Η γύρω περιοχή διαμορφώνεται ως χώρος καταφυγής και ηρεμίας των επισκεπτών, με μια μικρή έκταση να αφιερώνεται για την έκθεση των θραυσμάτων της καταστροφής. Σημαντική χάραξη αποτελεί και μία πορεία στο πίσω μέρος του ιερού, που κατευθύνεται προς τον υφιστάμενο σταυρό, ο οποίος τοποθετήθηκε από ένα εκ των συγγενών των νεκρών. Η περιοχή που εκτείνεται πλησίον του σταυρού, προσφέρει απρόσκοπτη θέα του κρατήρα, του μνημείου, της θάλασσας, και κατ’ επέκταση, της κλίμακας της καταστροφής.
Φιλοσοφία Σχεδιασμού Μνημείου
Η γραμμική πορεία/μνημείο – επί του άξονα συναισθηματικής κορύφωσης – διαχειρίζεται συνθετικά εργαλεία όπως η επανάληψη, η γεωμετρία, η εναλλαγή φωτός – σκίασης και οι οπτικές φυγές με σκοπό την ανάκληση/ένταση συναισθημάτων και κατ’ επέκταση τη συγκρότηση της συλλογικής μνήμης. Η κατασκευή απαρτίζεται από δεκατρείς επαναλαμβανόμενους αφιερωματικούς χώρους και τους ενδιάμεσους μεταβατικούς. Η γραμμική επανάληψη προσδίδει ένταση και δραματικότητα στη βιωματική εμπειρία και ταυτόχρονα δημιουργεί ένα συνεχές «καδράρισμα» στο στόχο/αδιέξοδο, τον κρατήρα.
Ο αφιερωματικός χώρος χαρακτηρίζεται από τη γεωμετρική σύγκλιση των δομικών του στοιχείων (corten – πέτρα) και τον περιορισμένο φυσικό φωτισμό. Η σύγκλιση συνδέεται με το «άβολο», το «ασφυκτικό». Προσδίδει εσωστρέφεια στον αφιερωματικό χώρο συμβάλλοντας στην προσήλωση, «νοητική εστίαση» στο τιμώμενο πρόσωπο. Ο μεταβατικός χώρος που μεσολαβεί, συνδέεται με την «παύση», τη «νοητή μετάβαση» από την παρούσα προσωπικότητα στην επόμενη. Η οπτική φυγή προς τα έξω (εξωστρέφεια) σε συνδυασμό με το φως που εισέρχεται προκαλούν μερική συναισθηματική «χαλάρωση», προετοιμάζοντας τον επισκέπτη για την ακόλουθη εμπειρία. Το καδράρισμα των φυτών λεβάντας – λυγαριάς, μέσω του ανοίγματος του μεταβατικού χώρου, συνειρμικά παραπέμπει στη «μεγαλοσύνη». Η εναλλαγή των συναισθημάτων μέσω της αλληλουχίας αφιερωματικού/μεταβατικού χώρου κορυφώνεται στο «αδιέξοδο» της πορείας, τον κρατήρα.
Ο αφιερωματικός χώρος ως χειρονομία απόδοσης φόρου τιμής σε κάθε προσωπικότητα ξεχωριστά, ενσωματώνει χαρακτηριστικά που υπογραμμίζουν την ιερότητά του και τον καθιστούν οικειοποιήσιμο από τους συγγενείς και τους επισκέπτες γενικότερα. Οι φωτεινές δεσμες σε σχήμα σταυρού που εισέρχονται από τις σχισμές στο βόρειο άκρο καθώς και τα καντήλια που αιωρούνται συνθέτουν μια ατμόσφαιρα κατάνυξης. Το τμήμα από χώμα που εισχωρεί στον αφιερωματικό χώρο, αναφέρεται στους συγγενείς επιτρέποντάς τους να εναποθέσουν το προσωπικό τους αφιέρωμα στο τιμώμενο πρόσωπο, λειτουργώντας ταυτόχρονα ως έκθεμα για τους επισκέπτες.
Τεχνική Περιγραφή του Τρόπου Υλοποίησης της Πρότασης
Για την ορθότερη ένταξη της πρότασης στο τοπίο, την ενίσχυση του χαρακτήρα του ως χώρου μνήμης και για την καλύτερη δυνατή βιωματική εμπειρία των επισκεπτών, το ύφος των συνθετικών παρεμβάσεων εστίασε στην απόδοση των χωρικών ποιοτήτων μέσω οικείων και τοπικών υλικών, υφών και χρωμάτων. Για το λόγο αυτό, οι κύριες κατασκευές της πρότασης, αποτελούνται από υλικά όπως την πέτρα, τα φύλλα corten, το πλινθάρι και την αλεσμένη πουρόπετρα (πουρί).
Σχετικά με τη μορφολογία του κρατήρα, αξίζει να αναφερθεί ότι οι ψηλές θερμοκρασίες που αναπτύχθηκαν κατά την έκρηξη, συμπίεσαν και αλλοίωσαν την ποιότητα του συγκεκριμένου εδάφους, καθιστώντας τη μελλοντικά επιρρεπή σε παράγοντες όπως η άγρια βλάστηση και τα όμβρια ύδατα. Αρχικά, επιλέγηκε η εναπόθεση αργιλώδη πετρωμάτων εντός του κρατήρα και συμπίεσή τους, για τη σφράγιση εναπομείναντων πόρων, ενώ όσον αφορά τα όμβρια, επειδή ο κρατήρας κινδυνεύει κυρίως από τη μεταφορά ύλης από τα πρανή που τον περιβάλλουν, τοποθετείται στρατηγικά φύτευση κατά μήκος ορισμένης έκτασής τους, ώστε το ριζικό σύστημα των φυτών να συγκρατεί την ύλη και τα βρόχινα νερά.