Terra Nullius
Andreas Papallas
2016 | University of Cambridge
MPhil in Architecture and Urban Design | Supervisors: Ingrid Schröder, Aram Mooradian, Alex Warnock-Smith
Ακολουθεί κείμενο στην ελληνική
This design thesis investigates the capacity of shared spaces to instigate rapprochement between adversarial communities in ethno-nationally induced urban conflicts through an in-depth analysis of the divided city of Nicosia. The Turkish Cypriot community at the north is split from the Greek Cypriot community at the south, separated by the UN Buffer Zone. This strip of land in the middle has been contested, claimed and appropriated by both sides in opposing attempts to secure sovereignty over Cyprus’s capital. Forming a gateway to Schengen, the Middle East and Asia – as well as a border between the EU and a largely unrecognised state – the Buffer Zone has enormous impact both locally and internationally. The project therefore explores issues of citizenship, sovereignty and inclusion to question whether the social difference found in the multiplicity of identities and reinforced by the buffer zone should be supported or rejected.
As the spatial manifestation of an ambiguous territorial and political schism, the project uses the language of walls and gateways to challenge social and political divisions between Greek Cypriots and Turkish Cypriots. Terra Nullius proposes to transform the securitised zone from a zone of inherent human exclusion to one of inclusion and communication: the airport terminal. This is informed by an eight-month fieldwork period in Nicosia, involving interviews with the major political decision makers at national and municipal levels, local NGO leaders and architects involved in bi-communal projects. Using mapping, modelling and film to analyse the urban spatial and social conditions engendered by the Buffer Zone, the geopolitical ambiguity of the airport is used to investigate how liminal spaces can behave as viable and active parts of the city, while reintroducing public life within this frontier. The project unpacks the idea of separation through securitisation to draw a parallel between the claimed and contested space dividing Nicosia, and the transition between the “airside” and “landside” sections of the airport terminal. The terminal links to the existing runway at the now abandoned nearby International Nicosia Airport. The design and procurement of the project anticipates all possible outcomes of a future reunification referendum and is able to function as a trans-boundary or intra-boundary resource.
The project new ideas regarding physical, political and ethnic boundaries against a background of decades of entrenched opposition and most recent anxieties regarding migration and the role of the European Union.
κείμενο στα ελληνικά
Η παρούσα διπλωματική εργασία διερευνά την ικανότητα των «τρίτων χώρων» να ενθαρρύνουν την δυο-ομαδική επαφή μεταξύ εθνοτικο-εθνικιστικά διαφιλονικούμενων κοινοτήτων οι οποίες αντιπαρατίθενται σε αστικές συγκρούσεις μέσω μιας διεξοδικής ανάλυσης της διαιρεμένης πόλης της Λευκωσίας.
Η τουρκοκυπριακή κοινότητα στο βόρειο τμήμα χωρίζεται από την ελληνοκυπριακή κοινότητα στα νότια, δια μέσου της ουδέτερης ζώνης. Αυτή η ενδιάμεση λωρίδα γης έχει αμφισβητηθεί, διεκδικηθεί και αποδεχθεί και από τις δύο πλευρές σε αντίπαλες προσπάθειες για να εξασφαλίσουν την κυριαρχία τους στην πρωτεύουσα της Κύπρου. Αποτελώντας μια πύλη προς τη ζώνη Σένγκεν, τη Μέση Ανατολή και την Ασία – καθώς και de facto σύνορο μεταξύ της ΕΕ αλλά και με ένα, σε μεγάλο βαθμό, μη αναγνωρίσιμου κράτους, η ουδέτερη ζώνη έχει τεράστιο αντίκτυπο τόσο τοπικά όσο και διεθνώς. Η διπλωματική, επομένως, εξετάζει ζητήματα υπηκοότητας, κυριαρχίας και ένταξης με σκοπό να θέσει το ερώτημα αν οι κοινωνικές διαφορές που βρίσκονται σε πολλαπλές ταυτότητες και ενισχύονται από την ουδέτερη ζώνη θα πρέπει να υποστηρίζονται ή να απορριφθούν.
Χωροθετημένο στο επίκεντρο ενός διφορούμενου εδαφικά και πολιτικά σχίσματος, το έργο χρησιμοποιεί τη γλώσσα των «τειχών» και των «πυλών» ούτως ώστε να αμφισβητήσει τις κοινωνικές και πολιτικές διαιρέσεις μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Η πρόταση προτείνει την μετατροπή της ζώνης ασφαλειοποίησης της ουδέτερης ζώνης από ζώνη εγγενούς ανθρώπινου αποκλεισμού σε μια ζώνη ένταξης και επικοινωνίας: τον τερματικό σταθμό του αεροδρομίου. Η διπλωματική έχει ενημερωθεί από μια οκτάμηνη επιτόπια έρευνα στη Λευκωσία, που περιλαμβάνει συνεντεύξεις με τους κύριους πολιτικούς ιθύνοντες σε εθνικό και δημοτικό επίπεδο, με τοπικούς εκπροσώπους ΜΚΟ και με αρχιτέκτονες που εμπλέκονται σε δικοινοτικά έργα. Χρησιμοποιώντας χαρτογράφηση, μοντελοποίηση και κινηματογράφηση για να αναλυθούν οι αστικές, εδαφικές και κοινωνικές συνθήκες που προκύπτουν βάσει της ουδέτερης ζώνης, η γεωπολιτική αμφιλογία του αερολιμένα χρησιμοποιείται για να διερευνήσει το πώς οι ενδιάμεσοι χώροι μπορούν να λειτουργούν ως βιώσιμα και ενεργά μέρη της πόλης κατά την διάρκεια της επανεισαγωγής της δημόσιας ζωής σε αυτά τα σύνορα. Το έργο ξεδιπλώνει την ιδέα του διαχωρισμού μέσω ασφαλιοποίησης για να δημιουργήσει μια παράλληλη γραμμή μεταξύ του διεκδικούμενου και αμφισβητούμενου εδάφους που διαιρεί τη Λευκωσία, και την μετάβαση μεταξύ των τμημάτων του «ελεγχόμενου χώρου αερολιμένα» (αγγ. airside) και της «αστικής περιοχής» (αγγ. landside) του τερματικού του αεροδρομίου. Το τερματικό συνδέεται με τον υφιστάμενο αεροδιάδρομο στο πλέων εγκαταλελειμμένο Διεθνές Αεροδρόμιο Λευκωσίας που βρίσκεται σε κοντινή απόσταση. Ο σχεδιασμός και η εξασφάλιση του έργου προσδοκά όλα τα πιθανά αποτελέσματα ενός μελλοντικού δημοψηφίσματος επανένωσης και είναι σε θέση να λειτουργήσει ως διασυνοριακή ή ενδοσυνοριακή πηγή.
Καταλήγοντας, η διπλωματική παρουσιάζει καινοτόμες ιδέες που αφορούν τα φυσικά, πολιτικά και εθνικά σύνορα, με ένα υπόβαθρο δεκαετιών παγιοποιημένων διαφορών αλλά και τις πρόσφατες ανησυχίες σχετικά με την μετανάστευση και το ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.