iZENOBIA MUSEUM
ΙΩΑΝΝΑ ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ
2011 | Τμήμα Αρχιτεκτονικής Πανεπιστημίου Κύπρου
Διπλωματική Εργασία | Επιβλέποντες : Οδυσσέας Κοντοβούρκης, Νάντια Χαραλάμπους, Γεώργιος Γεωργίου
Η συγκεκριμένη διπλωματική εργασία είχε ως κύριο στόχο την μελέτη της διαδραστικής αρχιτεκτονικής και πως αυτή μπορεί να ισχύσει στην περίπτωση ενός από τα πιο αξιόλογα ναυάγια στον κόσμο, αυτό του Ζηνοβία που βρίσκεται σε απόσταση μόλις 1.5 χιλιομέτρου από το ψαρολίμανο της Λάρνακας. Η περιοχή του ψαρολίμανου – ναυαγίου λειτουργεί σαν δύο ανεξάρτητα συστήματα τα οποία ενώνονται μεταξύ τους μέσα από τις ροές των χρηστών. Προτού ακόμη ξεκινήσει η διαδικασία του σχεδιασμού προηγήθηκε μια εκτενής καταγραφή των υφιστάμενων χρηστών και πως η κάθε ομάδα «εκμεταλλευόταν» το ναυάγιο. Καταγράφηκαν οι ροές τριών κύριων ομάδων, που αφορούσαν δύτες, τουρίστες και ψαράδες, σε διάρκεια ενός χρόνου καθώς επίσης η θαλάσσια ζωή που αναπτύχθηκε στην περιοχή αλλά και τα έσοδα που φέρει ο συγκεκριμένος τεχνικός ύφαλος στο νησί.
Με βάση την αποτύπωση της υφιστάμενης κατάστασης, η κύρια σχεδιαστική ιδέα ήταν ότι αυτά τα δύο συστήματα αποτελούν δύο πόλους έλξης που στο ενδιάμεσο προσδιορίζουν ένα πεδίο το οποίο ορίζεται από τις ροές των χρηστών. Αυτό αποτέλεσε και τον κύριο λόγο ένταξης των ροών στην όλη διαδικασία του σχεδιασμού. Προσδιορίζοντας ένα κάνναβο ο οποίος αντιδρούσε ελκυστικά απέναντι στις ροές των δυτών και των τουριστών, που θεωρούνταν θεμιτοί χρήστες για την περιοχή, και απωθητικά απέναντι στους ψαράδες. Με αυτό τον τρόπο δημιουργήθηκε ένα πεδίο μεταξύ των δύο πόλων που αποτέλεσε την βάση του χειρισμού της απεραντοσύνης του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Οι περιοχές που είναι με έντονο κόκκινο στο χωροταξικό σχέδιο προσδιορίζουν τις περιοχές που έχουν την μεγαλύτερη έλξη από τις ροές και για αυτό το λόγο η επέμβαση, που θα μπορούσε να ήταν οπουδήποτε μέσα σε αυτές τις περιοχές, τοποθετείτε στις συγκεκριμένες θέσεις, έτσι ώστε να είναι προσβάσιμη από τους θεμιτούς χρήστες.
Η επέμβαση αφορά ένα μουσειακό χώρο, που αποτελείται από πλωτές κατασκευές, οι οποίες φιλοξενούν εκθέσεις τόσο για το ναυάγιο όσο και γενικότερα για τον θαλάσσιο κόσμο. Ο επισκέπτης του μουσείου θα μπορεί να επισκέπτεται το ναυάγιο ως το τελικό έκθεμα αυτής της διαδρομής, το οποίο βρίσκεται σε μέγιστο βάθος 42 μέτρων, μέσω μιας υποβρύχιας κατασκευής. Οι χώροι αυτοί είναι ευέλικτοι όσον αφορά τον τρόπο οργάνωσης τους καθώς μεταβάλλονται συνεχώς σύμφωνα τις ροές των χρηστών που συμβαίνουν στο περιβάλλοντα χώρο αλλά και τις ροές που συμβαίνουν στο εσωτερικό των εκθεσιακών χώρων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα στην παραγωγή ενός δυναμικού, ρευστού χώρου, ο οποίος μεταβάλλεται σε ψηφιακό και πραγματικό χώρο και διαφοροποιεί την εμπειρία του χρήστη στην επόμενη του επίσκεψη στο μουσείο.