ΜΑΡΚΙΔΕΙΟ ΘΕΑΤΡΟ: ΑΝΑΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ
της Χρυστάλας Ψαθίτη
Το πρώην κινηματοθέατρο “Ζήνα” και νυν Μαρκίδειο θέατρο με το πέρας του αρχιτεκτονικού διαγωνισμού για την αναβάθμιση του μέλλει να αναζωογονήσει το κέντρο της πόλης και να αποτελέσει τον υπέρτατο πολιτιστικό προορισμό του Πάφος 2017. Βαριές ευθύνες για ένα κτίριο που επί του παρόντος βρίσκεται στριμωγμένο ανάμεσα σε βιοτεχνίες και σειρές σταθμευμένων οχημάτων, σ’ ένα ανορθόδοξο σκηνικό που δημιουργεί μια αλληλοσυγκρουόμενη εικόνα η οποία μοιάζει καθόλα γνώριμη στη συλλογική μνήμη των Παφιτών παρά τη προφανή ετερογενή της φύση.
Το πρώην κινηματοθέατρο “Ζήνα” και νυν Μαρκίδειο θέατρο με το πέρας του αρχιτεκτονικού διαγωνισμού για την αναβάθμιση του μέλλει να αναζωογονήσει το κέντρο της πόλης και να αποτελέσει τον υπέρτατο πολιτιστικό προορισμό του Πάφος 2017.
Φτάνοντας κανείς στο προαύλιο του δημοτικού θεάτρου βρίσκει απέναντι του το χώρο εισιτηρίων και πιο δίπλα ένα γυάλινο διάδρομο που οδηγεί στον κυρίως χώρο του θεάτρου (στο χώρο όπου κοινό και ηθοποιοί συναντιούνται κατά τη διάρκεια μιας παράστασης). Χώρος υποδοχής δεν υπάρχει, μονάχα αυτός ο γραμμικός διάδρομος που φαίνεται απλά να ενώνει λειτουργικά τους δύο χώρους ενώ αμφίβολη είναι η συνεισφορά του στη συναισθηματική και ψυχική μεταφορά του θεατή από την πραγματικότητα της καθημερινότητας στη φαντασιακή πραγματικότητα του θεατρικού χώρου. Κάπου εκεί στο τέλος του διαδρόμου και μέσα από ένα μικρό άνοιγμα γίνεται η είσοδος των θεατών στον κυρίως χώρο του θεάτρου – σ’ ένα χώρο δίχως στοιχεία υπερβολής μα μιας υπεραπλουστευμένης χωρικής έκφρασης η οποία αδυνατεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη συνολική εμπειρία. Οργανωτικά, ο κυρίως χώρος του θεάτρου αποτελείται από δύο ξεχωριστές χωρικές οντότητες, από την ‘πλατεία’ των θεατών και από το χώρο της σκηνής τα οποία συνδιαλέγονται σε μια αμφιθεατρική διάταξη με απώτερο σκοπό την αμέριστη οπτική πρόσβαση από όλα τα σημεία των θεατών προς τη σκηνή. Ωστόσο, η θεατρική σκηνή του Μαρκιδείου Θεάτρου όντας τυπική ιταλική σκηνή μπούκα προδιαγράφει ένα αυστηρό διαχωρισμό του χώρου του κοινού από το χώρο δράσης του ηθοποιού μέσα από την υπερύψωση του ηθοποιού σε υψηλότερο επίπεδο, μια συνήθης πρακτική σε σύγχρονους χώρους θεάτρου η οποία εξυπηρετεί αυξημένες οπτικοακουστικές ανάγκες.
η θεατρική δράση εξ’ ορισμού βασίζεται στο μοντέλο επικοινωνίας ‘πομπός-δέκτης’ και ως εκ τούτου η ψυχική και συνειδητή συμμετοχή του δέκτη είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ύπαρξη μιας θεατρικής πράξης
Σ’ ένα τέτοιο χώρο το βασικότερο συστατικό είναι η καλύτερη και ορθότερη ύπαρξη της σχέσης θεατή και ηθοποιού όπου ο θεατής παρ’ όλη τη φανερή αποστασιοποίηση του από τη θεατρική σκηνή επιδιώκεται να αποτελέσει ένα ζωντανό και αναπόσπαστο κομμάτι της θεατρικής δράσης – εξάλλου η θεατρική δράση εξορισμού βασίζεται στο μοντέλο επικοινωνίας ‘πομπός-δέκτης’ και ως εκ τούτου η ψυχική και συνειδητή συμμετοχή του δέκτη είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ύπαρξη μιας θεατρικής πράξης. Στην ουσία η χωρική δομή ενός χώρου θεάτρου υποδηλώνει την ανάγκη ύπαρξης τέλειων αναλογιών ύψους, βάθους, πλάτους της σκηνής σε σχέση με τις αναλογίες του χώρου των θεατών με απώτερο σκοπό τη καλύτερη δυνατή απόδοση ήχου και ζωντανής εικόνας για την δημιουργία ενός οπτικοακουστικού θεάματος ικανού να περάσει στους θεατές και να δημιουργήσει την καλύτερη δυνατή θεατρική σχέση μεταξύ των δύο κατηγοριών χρηστών.
το ’σουλούπωμα’ του ‘Ζήνα’ κατά τις αρχές της δεκαετίας του 90’ και η μετατροπή του σε Μαρκίδειο Θέατρο άφησε πολλές παραμέτρους […] ανεξερεύνητες που στο πέρασμα του χρόνου και των μεταβαλλόμενων αναγκών διαφάνηκαν πιο έντονα με αποτέλεσμα να προδιαγράψουν το τέλος του Μαρκίδειου Θεάτρου όπως το ξέραμε μέχρι σήμερα.
Φαίνεται τελικά πως το ’σουλούπωμα’ του ‘Ζήνα’ κατά τις αρχές της δεκαετίας του 90’ και η μετατροπή του σε Μαρκίδειο Θέατρο άφησε πολλές παραμέτρους (καθοριστικού χαρακτήρα για τη βέλτιστη λειτουργία ενός χώρου θεάτρου) ανεξερεύνητες που στο πέρασμα του χρόνου και των μεταβαλλόμενων αναγκών διαφάνηκαν πιο έντονα με αποτέλεσμα να προδιαγράψουν το τέλος του Μαρκιδείου Θεάτρου όπως το ξέραμε μέχρι σήμερα. Ας ελπίζουμε ότι δεν θα καταλήξουμε σ’ ένα ακόμη σουλούπωμα του χώρου που θα συνεχίσει να πλαισιώνεται από βιοτεχνίες (καθώς η προκήρυξη του διαγωνισμού δεν δεσμεύεται για την απομάκρυνση τους) λόγω έλλειψης κονδυλίων όπως συνηθίσαμε να ακούμε. Τώρα για το ποια θα είναι η νέα μορφή του, για το αν θα καταφέρει να αποτελέσει ένα χώρο που θα παράγει μια συνολική εμπειρία εμπλεκόμενη με την θεατρική πράξη ή για το κατά πόσο είναι εφικτό να υλοποιηθεί ένα τόσο μεγαλεπήβολο πρόγραμμα σε λιγότερο από 2 χρόνια (και ενώ τίποτα δεν έχει ξεκινήσει ακόμη) αποτελούν ερωτήματα που μένουν να απαντηθούν μονάχα με την πάροδο του χρόνου (!).