Image Image Image Image Image Image Image Image Image Image
Scroll to top

Top

ΣΧΟΛΙΑ ΕΠΙ ΣΧΟΛΕΙΩΝ *

ΣΧΟΛΙΑ ΕΠΙ ΣΧΟΛΕΙΩΝ *
Phidias Pavlides

* ποιος απάλειψε, αλήθεια, το νεοκλασικό πρόπυλο;

 

του Φειδία Παυλίδη

 

Από τον καιρό που άρχισα να γράφω για αυτή τη στήλη, κινούμαι με διαφορετικό τρόπο μέσα στην πόλη και κάνω πράγματα που δε διανοούμουν να κάνω στο παρελθόν. Σκαρφαλώνω μαντρότοιχους, εισέρχομαι χωρίς άδεια σε οικοδομές, μπαίνω μέσα σε κτήρια τα οποία μέχρι τώρα γνώριζα μόνο από το εξωτερικό τους κέλυφος. Περπατώ στους εμπορικούς δρόμους και αντί να κοιτάζω μπροστά μου, βλέπω προς τα πάνω μήπως και ανακαλύψω κάτι το ενδιαφέρον πέραν των «γυψοσανιδομένων» ισογείων, πέραν και πιο ψηλά από τη ζώνη με τις ευφάνταστες επιγραφές των καταστημάτων. Με το αυτοκίνητο κινούμαι με ταχύτητες που εκνευρίζουν τον οδηγό του πίσω αυτοκινήτου. Οι στάσεις για φωτογράφιση είναι πλέον μέσα στο πρόγραμμα και γενικά θα έλεγα πως γνωρίζω την πόλη από την αρχή ή τουλάχιστον μέσα από ένα καινούργιο φακό. Τις προάλλες περνούσα έξω από την Α’ Τεχνική Σχολή Λεμεσού, ένα μοντερνιστικό κτήριο που θαύμαζα όταν το έβλεπα από το δρόμο, αλλά που ποτέ δε σκέφτηκα να το γνωρίσω από κοντά. Στάθμευσα το αυτοκίνητο στο παλαιό νοσοκομείο, που είναι απέναντι, και αποφάσισα να εισέλθω στο κτηριακό συγκρότημα της Τεχνικής Σχολής. Φοβόμουν πως, ενώ θα περιφερόμουν στους χώρους και θα φωτογράφιζα, κάποιος θα με σταματούσε και θα μου ζητούσε εξηγήσεις. Μετά από λίγη περιπλάνηση στους χώρους μού έφυγε ο φόβος και ένιωσα ότι μπορούσα να κινηθώ άνετα, ακόμα και στους κλειστούς χώρους. Πρέπει να ήταν περίοδος εξετάσεων, ο κόσμος κινούνταν άνετα και ένιωσα πως περιφερόμουν μέσα σε ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα παρά ότι εισέβαλα σε ένα περίκλειστο σχολείο. Αν και το κτήριο είναι ήδη εξήντα χρονών, είναι αρκετά καλά συντηρημένο και αποπνέει ένα αέρα από τα φίφτις. Τα έργα των μαθητών, εκτεθειμένα σε διάφορους κοινόχρηστους χώρους, μαρτυρούν πως σε αυτό το σχολείο πρέπει να γίνεται καλή δουλειά. Θυμήθηκα πως τον καιρό που ήμουν μαθητής υποτιμούσα την τεχνική εκπαίδευση και πίστευα πως έξω από την αυλή των Λανιτείων δεν υπάρχουν άλλα σχολεία στη Λεμεσό. Και όμως η πόλη κρύβει αρκετά αξιόλογα σχολεία, τουλάχιστον από αρχιτεκτονικής πλευράς, όπως η Τεχνική Σχολή. Σας συνιστώ ανεπιφύλακτα μια επίσκεψη.

 


Και ενώ σήμερα μόνο να θαυμάσουμε μπορούμε αυτό το μοντερνιστικό κτίσμα [Α’ Τεχνική Σχολή Λεμεσού], τον καιρό που κτίστηκε αποτέλεσε σκάνδαλο.


 

Α’ Τεχνική Σχολή Λεμεσού (κτήριο υποδοχής), © Φειδίας Παυλίδης, 2014

Α’ Τεχνική Σχολή Λεμεσού (κτήριο υποδοχής), © Φειδίας Παυλίδης, 2014

Οι κτηριολογικές εγκαταστάσεις της Α’ Τεχνικής Σχολής Λεμεσού ολοκληρώθηκαν το 1958, παρόλο που αυτή πρωτολειτούργησε το 1956. Το κτήριο κτίστηκε από την αποικιοκρατική διοίκηση και είχε αρχιτέκτονες τους Orman & Partners από το Ηνωμένο Βασίλειο. Το συγκρότημα είναι αντιπροσωπευτικό δείγμα του κινήματος του Μοντέρνου, γι’ αυτό και ιδιαίτερη σημασία είχε δοθεί τόσο στη χρήση και τη λειτουργία, όσο και στον τεχνολογικό εξοπλισμό. Το Docomomo Cyprus έχει συμπεριλάβει την Α’ Τεχνική Σχολή Λεμεσού στον κατάλογο του (2014) με «100 αξιόλογα έργα του κυπριακού Μοντερνισμού». Αν επισκεφτείτε, λοιπόν, την Τεχνική Σχολή, αξίζει να προσέξετε τα πιο κάτω:

(α) Τη χωροθέτηση των κτηρίων και των προσανατολισμό τους. Τις εσωτερικές αυλές που περικλείουν οι πτέρυγες και την εύκολη διακίνηση του επισκέπτη και του χρήστη στο βασικό επίπεδο του εδάφους, χωρίς να είναι αναγκασμένος να ακολουθήσει ευφάνταστες και πολύπλοκες διαδρομές σε πολλά επίπεδα, χάνοντας τον προσανατολισμό του.

 


Οι Έλληνες της Κύπρου είδαν πίσω από αυτό το έξοχο κτηριακό συγκρότημα πολιτικές σκοπιμότητες και προσπάθειες αφελληνισμού της παιδείας.


 

(β) Τα στοιχεία βιοκλιματικού σχεδιασμού και τα συστήματα ηλιοπροστασίας. Αν αναλογιστεί κανείς την εποχή που κτίστηκε το συγκρότημα, έκπληξη προκαλεί το σύστημα από εξωτερικές οριζόντιες μεταλλικές περσίδες μπροστά από τα παράθυρα και ανάμεσα στα κάθετα μπετονένια brise soleil. Η κλίση των περσίδων μπορεί να μεταβληθεί ανάλογα με την εποχή και την ώρα της ημέρας.

(γ) Τους τυφλούς τοίχους στις στενές πλευρές (απολήξεις) των πτερύγων. Το περίτεχνο κτίσιμο της κυπριακής πέτρας προσδίδει στοιχεία εντοπιότητας (critical regionalism). Οι τοίχοι από παραδοσιακή πέτρα έρχονται να περικλείσουν με ενδιαφέρον τρόπο τις πτέρυγες από μπετόν αρμέ.

(δ) Το κτήριο υποδοχής στην είσοδο του συγκροτήματος. Το κτήριο ακολουθεί ένα διαφορετικό αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο από το υπόλοιπο συγκρότημα. Ο σχεδόν τυφλός ορθογωνικός όγκος εδράζεται πάνω σε «πόδια» που θυμίζουν «πόδια» από pilotis ύστερου Le Corbusier («γυναικείους μηρούς»). Ενδιαφέρον έχουν και οι επενδύσεις από χυτό μωσαϊκό, τόσο του κυρίως όγκου εξωτερικά όσο και των «ποδιών».

(ε) Το κλιμακοστάσιο στο κτήριο υποδοχής. Τα πλατύσκαλα από μωσαϊκό, τα σκαλοπάτια από ξύλο και μέταλλο και το μεταλλικό κιγκλίδωμα με τον ξύλινο χειρολησθήρα σε κάνουν να αναφωνήσεις: «Τι εποχές! Τι στυλ!».


Στην περίπτωση των σχολείων […] νεοκλασικές διακοσμήσεις για χρόνια χρησιμοποιούνταν για να λειτουργήσουν ως σύμβολα της εθνικής ταυτότητας της ελληνικής κοινότητας.


 

(στ) Τις εσωτερικές αυλές και τα περιστύλια. Τους ημιυπαίθριους διαδρόμους με κολόνες ντυμένες με τουρκουάζ ψηφίδα και τα διάτρητα παραπετάσματα από διακοσμητικά δομοστοιχεία.

(ζ) Τα τυπικά μοντέρνα στοιχεία, όπως ο αυστηρός κάνναβος, η επανάληψη βασικών δομοστοιχείων (modules), η απλότητα και η ειλικρίνεια της κατασκευής.

(η) Τα μπετονένια στέγαστρα στην αυλή, με κολόνες με διατομή που αυξάνει προς τα πάνω και οροφή με διατομή που μοιάζει με άνοιγμα φτερών πουλιού.

(θ) Η φύτευση με ψηλά κυπαρίσσια, φοίνικες και φλαμπουαγιά με μοβ άνθη με κάνουν να σκεφτώ πώς και άφησα τόσα χρόνια να περάσουν πριν ανακαλύψω αυτόν το χώρο.

 

Α’ Τεχνική Σχολή Λεμεσού (πτέρυγες), © Φειδίας Παυλίδης, 2014

Α’ Τεχνική Σχολή Λεμεσού (πτέρυγες), © Φειδίας Παυλίδης, 2014

Και ενώ σήμερα μόνο να θαυμάσουμε μπορούμε αυτό το μοντερνιστικό κτίσμα, τον καιρό που κτίστηκε αποτέλεσε σκάνδαλο (βλέπε: Σεργίδης, 2012). Οι Έλληνες της Κύπρου είδαν πίσω από αυτό το έξοχο κτηριακό συγκρότημα πολιτικές σκοπιμότητες και προσπάθειες αφελληνισμού της παιδείας (το έχουμε μόνιμο άγχος αυτό, τελικά). Τόσο η μορφή της τεχνικής εκπαίδευσης (αποκλίνουσα από τη μορφή της κλασικής «ελληνικής» παιδείας), όσο και η μορφή των κτηρίων (αποκλίνουσα από το Νεοκλασικισμό που είχε καθιερωθεί ως συμβολίζων την εθνική ταυτότητα) έκαναν τους Έλληνες του νησιού να αντιδράσουν. Το πόσο «ελληνικός» μπορεί να θεωρηθεί ο Νεοκλασικισμός θα τολμήσω να το απαντήσω σε άλλο άρθρο. Το τι σημαίνει «ελληνική» παιδεία is beyond the scope of my column, που θα λέγαμε και στα αγγλικά, και το αφήνουμε σε άλλους να το απαντήσουν. Δόξα τω Κυρίω, πολλοί!

 


[…] ενώ το Μοντέρνο θεωρήθηκε, κατά την διάρκεια της αποικιοκρατικής διοίκησης, μια προσπάθεια να επιβληθούν ορισμένες μη αρεστές πολιτικές, με την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας το Μοντέρνο έγινε σύμβολο της προσπάθειας για απο-αποικιοποίηση.


 

Α’ Τεχνική Σχολή Λεμεσού (πτέρυγες και εσωτερικές αυλές), © Φειδίας Παυλίδης, 2014

Α’ Τεχνική Σχολή Λεμεσού (πτέρυγες και εσωτερικές αυλές), © Φειδίας Παυλίδης, 2014

Είναι γεγονός ότι μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η αποικιοκρατική διοίκηση έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην τεχνική εκπαίδευση. Και παρόλο που κάποιος θα μπορούσε να δει πίσω από την κίνηση αυτή και μια πολιτική σκοπιμότητα (μια προσπάθεια, δηλαδή, εισαγωγής μιας μορφής μη «ελληνοκεντρικής» παιδείας), δεν παύει επίσης να είναι αλήθεια ότι μετά τον πόλεμο οι ανάγκες για εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό ήταν όντως αυξημένες.

Οι αντιδράσεις, ωστόσο, δεν αφορούσαν μόνο στη μορφή της εκπαίδευσης, αλλά και στη μορφή των κτηρίων. Τα νέα εκπαιδευτικά κτήρια που ανεγείρονταν, λίγο πριν το 1960, ξέφευγαν από το λεξιλόγιο του Νεοκλασικού και ακολουθούσαν τη γλώσσα του Μοντέρνου. Κάθε στοιχείο μορφοκρατίας απαλειφόταν (βλέπε: Σεργίδης, 2012). Στην περίπτωση των σχολείων, τα στοιχεία αυτά δεν είναι άλλα από τις νεοκλασικές διακοσμήσεις, που για χρόνια χρησιμοποιούνταν για να λειτουργήσουν ως σύμβολα της εθνικής ταυτότητας της ελληνικής κοινότητας. Η κεντρική αποικιοκρατική διοίκηση είχε στο παρελθόν δώσει στην ελληνική κοινότητα του νησιού τη δυνατότητα να διαχειρίζεται τα τοπικά θέματα και τα θέματα παιδείας. Οι κατά τόπους ελληνικές κοινότητες πίστεψαν πως ένα νεοκλασικό πορτίκο με αέτωμα και ακροκέραμα θα προσέδιδε στα σχολικά κτήρια «ελληνικότητα» και θα λειτουργούσε ως σύμβολο της εθνικής καταγωγής αλλά και των εθνικών πόθων και στόχων (βλέπε: Pyla & Phokaides, 2009). Λογικό, θα έλεγε κανείς, να υπάρχουν αντιδράσεις σε σχέση με ένα σχολικό κτήριο του οποίου η είσοδος δεν είχε ούτε δωρικούς κίονες, ούτε αετώματα.

Οι αποικιοκράτες βρέθηκαν να κατηγορούνται για μια προσπάθεια δημιουργίας μιας «μέσης» ταυτότητας, απαλλαγμένης από τα στοιχεία της εθνικής καταγωγής των κοινοτήτων (ενδιαφέρον είναι να σημειώσουμε πως ενίοτε τους κατηγορούμε και για μια προσπάθεια να οξύνουν τα εθνικιστικά πάθη για να κυβερνούν διά του «διαίρει»). Και παρόλο που κατανοώ το κοινωνικό και πολιτικό μήνυμα που είναι δυνατόν να εκπέμπει το κάθε αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο, μου είναι από την άλλη δύσκολο να σκεφτώ την ανέγερση ενός νεοκλασικού κτηρίου εν έτει 1956. Η τεχνολογική πρόοδος και κυρίως η εξάπλωση των δυνατοτήτων του οπλισμένου σκυροδέματος είχαν ήδη γεννήσει μια νέα παγκόσμια και κυρίαρχη φιλοσοφία που ήθελε τα κτήρια ως κελύφη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων (form follows function) και απαλλαγμένα από κάθε στοιχείο μορφοκρατίας. Ακόμα και στην Ελλάδα το λεξιλόγιο του Μοντέρνου είχε ήδη καθιερωθεί από το Μεσοπόλεμο. Το 1932 ο Πικιώνης κτίζει ένα καθ’ όλα «μοντέρνο σχολείο», το σχολικό συγκρότημα στον Λυκαβηττό. Στο «εθνικό κέντρο» έχουν ήδη αποφασίσει να ψάξουν για «ελληνικότητα» και εντοπιότητα πέραν και έξω από το Νεοκλασικό. Στη μεγαλόνησο πιστεύουν ακόμα πως χωρίς κίονες και αέτωμα το σχολείο δεν είναι σχολείο.

Σκέψεις πρωθύστερες, μπορεί να μου πει κάποιος, καθώς δεν μπορούμε να κρίνουμε με σημερινά δεδομένα τη σημειολογία της αρχιτεκτονικής έξω από την εποχή της, δηλαδή την περίοδο της αποικιοκρατίας και της μετά-αποικιοκρατίας. Αξίζει, όμως, να αναλύσουμε περαιτέρω τις εντάσεις της τότε εποχής και να σημειώσουμε ακόμα δύο πράγματα. Πρώτα το ό,τι τα πρώτα χρόνια της παρουσίας της στο νησί η αποικιοκρατική διοίκηση χρησιμοποιούσε το λεξιλόγιο του Νεοκλασικού, μιας και ήταν η παγκόσμια αρχιτεκτονική γλώσσα. Μια γλώσσα που συνδέθηκε με κάθε μορφής εξουσία και μια γλώσσα που δικαιολογούσε την παρουσία των αποικιοκρατών, μιας και ήταν αυτοί που βοηθούσαν τους Κυπρίους να ανακαλύψουν και να εκτιμήσουν το παρελθόν τους (βλέπε: Pyla & Phokaides, 2009). Όταν στη συνέχεια το Νεοκλασικό έγινε σύμβολο που χρησιμοποιούνταν από τους Έλληνες του νησιού για να προβάλλουν στο δομημένο περιβάλλον τους εθνικούς τους στόχους, οι αποικιοκράτες προώθησαν μια αρχιτεκτονική με ένα πιο «ουδέτερο» λεξιλόγιο (βλέπε: Pyla & Phokaides, 2009). Κατά δεύτερον, να σημειώσουμε πως ενώ το Μοντέρνο θεωρήθηκε, κατά την διάρκεια της αποικιοκρατικής διοίκησης, μια προσπάθεια να επιβληθούν ορισμένες μη αρεστές πολιτικές, με την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας το Μοντέρνο έγινε σύμβολο της προσπάθειας για απο-αποικιοποίηση. Τη δεκαετία του 1960 κτίστηκαν μια σειρά από σχολικά κτήρια, εξαίρετα δείγματα Μοντερνισμού, κάνοντας μας σήμερα να απορούμε για το πώς η Α’ Τεχνική Σχολή Λεμεσού, κτισμένη μόλις λίγα χρόνια πριν, αποτέλεσε σκάνδαλο.

 

Α’ Τεχνική Σχολή Λεμεσού (κλιμακοστάσιο στο κτήριο υποδοχής, ημιυπαίθριοι διάδρομοι, τυφλοί τοίχοι), © Φειδίας Παυλίδης, 2014

Α’ Τεχνική Σχολή Λεμεσού (κλιμακοστάσιο στο κτήριο υποδοχής, ημιυπαίθριοι διάδρομοι, τυφλοί τοίχοι), © Φειδίας Παυλίδης, 2014

Βιβλιογραφία:

Pyla, Panayiota. & Phokaides, Petros. «Architecture and Modernity in Cyprus», EAHN Newsletter, no. 2, pp 36-49. 2009.

Σεργίδης, Χριστάκης. «Λεμεσός – Οινοπόλεως Μέστωμα». Λεμεσός: Εκδόσεις Αφή, 2012.

Click to access the login or register cheese