Image Image Image Image Image Image Image Image Image Image
Scroll to top

Top

ΚΑΠΟΙΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ

ΚΑΠΟΙΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ

του Μάριου Οικονομίδη

 

Καπιτώλιο-Ρώμη, © Μάριος Οικονομίδης

Καπιτώλιο-Ρώμη, © Μάριος Οικονομίδης

Αντί εισαγωγής

Το κείµενο που ακολουθεί αποτελεί επεξεργασία της δεύτερης από δύο διαλέξεις – παρουσιάσεις που δόθηκαν τον Οκτώβριο 2013 στα πλαίσια του µαθήµατος αρχιτεκτονικού σχεδιασµού του 4ου έτους της Σχολής Αρχιτεκτονικής του Πανεπιστηµίου Frederick, το οποίο είχε ως θεµατολογία το ‘Μουσείο’. Η πρώτη, µε τίτλο « Χώρος- Έκθεµα – Θεατής», αποτέλεσε την εισαγωγή στην εναρκτήρια άσκηση που δόθηκε στους φοιτητές και αφορούσε στο σχεδιασµό ενός χώρου για ένα επιλεγµένο έργο τέχνης.

Επειδή οι δύο διαλέξεις συνιστούν µία ενότητα, καθώς η πρώτη αποτελεί κατά κάποιο τρόπο το εννοιολογικό υπόβαθρο της δεύτερης, παραθέτουµε πιο κάτω την καταληκτική παράγραφο της πρώτης διάλεξης, προσδοκώντας ο αναγνώστης να παραλάβει από εκεί το νήµα που θα τον οδηγήσει στο κείµενο που ακολουθεί.

«…Ένα αντικείµενο ή έργο τέχνης για να υπάρξει ως έκθεµα πρέπει να ενταχθεί σε ένα χώρο ειδικά διαµορφωµένο για την ανάδειξη του αρχικού του νοήµατος ή για τον επαναπροσδιορισµό ενός νέου νοήµατος, για την προβολή της αρχαιολογικής ή ιστορικής του αξίας ή για την αποκάλυψη της αισθητικής αξίας του.


 Γίνεται λοιπόν φανερό ότι πέραν του ουσιώδους ερωτήµατος ‘τι είναι έργο τέχνης’ ή ‘τι είναι έκθεµα’, η πιο πάνω σειρά ερωτηµάτων περιγράφει αναπόδραστα µία κυκλική κίνηση-σχέση µεταξύ εκθέµατος – θεατή –χώρου.


Η δηµιουργία του χώρου έκθεσης προϋποθέτει µία ακριβή χωρική ενορχήστρωση η οποία πρέπει πάντοτε να αποσκοπεί στη δηµιουργία αµφίδροµης σχέσης µεταξύ του θεατή και του έργου τέχνης. Αυτή η αλληλεπίδραση που συντελείται µέσα στο χώρο σηµαίνει ότι τόσο ο θεατής όσο και το έργο αλλάζουν µε την επαφή τους. Ο µεν θεατής, µέσω της εγγύτητας µε το έργο, διεγείρεται πνευµατικά (στοχαστικά, συναισθηµατικά και ψυχολογικά) επικυρώνοντας ή ακυρώνοντας µέσα του την αξία του έργου τέχνης και αλλάζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο ως συνείδηση, ενώ το ίδιο το έργο τέχνης αποκαλύπτεται στο θεατή ως ζωντανή παρουσία και, από αυτή την επαφή του µε το θεατή, επαναπροσδιορίζεται ως αξία. Ο δε χώρος, είναι η σκηνή πάνω στην οποία παίζεται αυτό το δράµα.»

 


Η λέξη «Μουσείον» πρωτοεµφανίζεται στον «Φαίδρο» του Πλάτωνα και σηµαίνει κάποιο χώρο ή τέµενος αφιερωµένο στις Μούσες και στις Τέχνες που αυτές αντιπροσωπεύουν. 


 

Κάποιες σκέψεις για το Μουσείο

Καταρχάς, κάποιες σηµαντικές διευκρινίσεις σε σχέση µε τη σηµερινή παρουσίαση. Το θέµα Μουσείο είναι πολύ µεγάλο και δεν µπορεί να εξαντληθεί σε µία τριαντάλεπτη παρουσίαση, ούτε επίσης διαθέτω τις απαιτούµενες γνώσεις, λ.χ. µουσειολογίας, για να αγγίξω σε πιο εξειδικευµένες πτυχές του θέµατος.

∆εν θίγω ακόµα θέµατα όπως, λ.χ. πως επηρέασαν και επηρεάζουν τη διαµόρφωση των µουσείων οι πολιτικές, οικονοµικές και κοινωνικές συνθήκες, ή σε ποιο βαθµό νέες µορφές και εκφραστικά µέσα στις καλές τέχνες καθορίζουν τη διαµόρφωση των µουσείων, κυρίως την κτιριολογική τους τυπολογία. ∆εν θίγω επίσης την εξελικτική διαδροµή της τυπολογίας του µουσείου τόσο σε ότι αφορά στη θεµατολογία του όσο και στην αρχιτεκτονική διερεύνηση των αντίστοιχων τυπολογιών.

Σε ένα εντελώς διαφορετικό πεδίο, δεν συζητείται επίσης η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αντίφαση νοήµατος, αυτή η θεµελιώδης διαφορά στη δοµή των αξιών, που διατρέχει τη σχέση του Μουσείου ως θεσµοθετηµένου ιδρύµατος και του ριζικά καινοτόµου, του µείζονος έργου τέχνης.

Μια τελευταία διευκρίνιση. Οι σκέψεις και προβληµατισµοί που παρατίθενται πιο κάτω για το µουσείο έχουν κυρίως ως σηµείο αναφοράς το Μουσείο Καλών Τεχνών.

 

Τι είναι Μουσείο;

Με τον όρο Μουσείο εννοείται σύµφωνα µε τον επίσηµο ορισµό της ICOM (InternationalCouncilofMuseums) «ένα µόνιµο ίδρυµα, µη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, στην υπηρεσία της κοινωνίας και της ανάπτυξής της, ανοικτό στο κοινό, που έχει ως έργο του τη συλλογή, τη µελέτη, τη διατήρηση, τη γνωστοποίηση και την έκθεση τεκµηρίων του ανθρώπινου πολιτισµού και περιβάλλοντος, µε στόχο τη µελέτη, την εκπαίδευση και την ψυχαγωγία.» Είναι ένας ορισµός αρκετά περιεκτικός που περιγράφει τους γενικούς στόχους ενός Μουσείου χωρίς όµως να µας αποκαλύπτει πολλά πράγµατα για τις καταβολές και τη βαθύτερη έννοια του Μουσείου καθώς και της σχέσης του µε τον άνθρωπο και την Τέχνη.

Η λέξη «Μουσείον» πρωτοεµφανίζεται στον «Φαίδρο» του Πλάτωνα και σηµαίνει κάποιο χώρο ή τέµενος αφιερωµένο στις Μούσες και στις Τέχνες που αυτές αντιπροσωπεύουν. Τούτο σηµαίνει πως στο συγκεκριµένο χώρο καλλιεργούνταν οι τέχνες, τα γράµµατα, η µουσική, η ποίηση, η φιλοσοφία και ο χορός. Οπωσδήποτε όµως η λέξη δεν είχε το σηµερινό νόηµα που της προσδίδουµε, δηλαδή ενός θεσµού, ή ιδρύµατος ή δηµόσιου κτιρίου ταγµένου στη «.. συλλογή, τη µελέτη, τη διατήρηση, τη γνωστοποίηση και την έκθεση τεκµηρίων του ανθρώπινου πολιτισµού και περιβάλλοντος… κ.τ.λ.). Παρά το χάσµα όµως των αιώνων και αντιλήψεων που χωρίζει την εποχή µας από τον καιρό του Πλάτωνα, η λέξη περικλείει το σπέρµα ενός νοήµατος ουσιώδους για τον ορισµό του Μουσείου – αυτό της σχέσης Μνήµης και Τέχνης.

Σύµφωνα µε τον αρχαιοελληνικό µύθο, η Μνηµοσύνη (η Μνήµη) ήταν η µητέρα των Μουσών (Τεχνών). Οι Μούσες διαφεντεύουν την ποίηση µε την ισχυρότερη, την ανώτερη έννοια του όρου, τη δηµιουργία του ωραίου. Και µπορεί ίσως µια πρώτη ανάγνωση του µύθου να σηµαίνει απλώς ότι η γνώση µιας τέχνης προϋποθέτει την αποµνηµόνευσή της τεχνικής, µπορεί όµως και να παραπέµπει σε µια βαθύτερη τάξη πραγµάτων όπου η Τέχνη συντελείται µόνο αν η δηµιουργική φαντασία (οι Μούσες) συνδιαλέγεται µε τη µνήµη (Μνηµοσύνη) – όπου βεβαίως Μνηµοσύνη σηµαίνει τη συσσωρευµένη πολιτισµική παρακαταθήκη-µνήµη του ανθρώπου. Συγχρόνως η Μνηµοσύνη, κύκλος ή παράδοξο, τρέφεται και επαναπροσδιορίζεται αέναα από την τροφή (τις Μορφές) που γεννούν οι κόρες της.

Με την Αναγέννηση διαµορφώνεται η αντίληψη, η οποία και εδραιώνεται οριστικά τον 18ο αιώνα, ότι η τέχνη της αρχαιότητας (Ελλάδας – Ρώµης) συνιστά τον Αισθητικό Κανόνα και ότι τα έργα τέχνης της αρχαιότητας, όπως και τα καινούργια που συνοµιλούν µε τον Κανόνα, αποτελούν την πολιτισµική παρακαταθήκη του ανθρώπου. Το έργο τέχνης αυτονοµείται από τη λατρευτική µορφή. Το Μουσείο γεννιέται.

Κατά την περίοδο της Αναγέννησης ο όρος ‘Μουσείο’ παραπέµπει στις ιδιωτικές συλλογές της ευρωπαϊκής αριστοκρατίας – όπως λ.χ. αυτής των Μεδίκων στη Φλωρεντία (Βλ. Ουφίτσι). Μόλις προς το τέλος του 17ου αρχές 18ου αιώνα καθιερώνεται ό όρος για συγκεκριµένα κτίρια που στέγαζαν συλλογές αντικειµένων και έργων τέχνης.

Τέλος, κατά τους 18ο–19ο αιώνες εδραιώνεται ο όρος «Μουσείο» στη συλλογική αντίληψη των ευρωπαίων, όπως περίπου τον αντιλαµβανόµαστε και σήµερα, µε την ίδρυση και εδραίωση των µεγάλων ευρωπαϊκών µουσείων µε τις συλλογές τους από την αρχαία Αίγυπτο, τη Μεσοποταµία, την Αρχαία Ελλάδα και Ρώµη καθώς επίσης τις µεγάλες συλλογές έργων τέχνης (κυρίως ζωγραφικής) από τον 16ο αιώνα και εντεύθεν. (βλ. Λούβρο, Βρετανικό Μουσείο, Πράδο, Hermitage, PergamumMuseum, κ.ο.κ.).

Συνοψίζοντας λοιπόν, γίνεται αντιληπτό ότι η έννοια «Μουσείο», όπως την αντιλαµβανόµαστε και σήµερα, είναι σχετικά πρόσφατη αφού διαµορφώνεται στον ευρωπαϊκό γεωγραφικό και πολιτισµικό χώρο µόλις τους τελευταίους 2-2½ αιώνες. Ο παραδοσιακός και ακαδηµαϊκός θεσµός του Μουσείου είναι λοιπόν, ως έννοια, η κιβωτός φύλαξης και έκθεσης της συλλογικής µνήµης, του υπαρκτού δηµιουργικού αποθέµατος, της πολιτισµικής παρακαταθήκης του ανθρώπου.

 


Ο παραδοσιακός και ακαδηµαϊκός θεσµός του Μουσείου είναι λοιπόν, ως έννοια, η κιβωτός φύλαξης και έκθεσης της συλλογικής µνήµης, του υπαρκτού δηµιουργικού αποθέµατος, της πολιτισµικής παρακαταθήκης του ανθρώπου.


Μουσείο και Έργο Τέχνης

Ένας ρωµανικός εσταυρωµένος αρχικά δεν ήταν γλυπτό, µια Παναγία του Cimabue αρχικά δεν ήταν πίνακας, ακόµα και η Αθηνά του Φειδία ή ο Απόλλων της Ολυµπίας αρχικά δεν ήταν αγάλµατα. Ήταν ζωντανές αρχέτυπες µορφές οι οποίες δεν αναπαριστούσαν κάτι ή κάποιον αλλά ήταν η ενσάρκωση της µεταφυσικής αγωνίας, του ιερού δέους, του απαράµιλλου και θαυµαστού κάλλους των Θεών. Όλες αυτές οι τέχνες εξέφρασαν ένα κόσµο που υπήρχε πολύ πιο πριν από τον γήινο κόσµο, επειδή ήταν ο κόσµος της αιωνιότητας. Αν νιώθαµε τα συναισθήµατα που είχαν γνωρίσει οι πρώτοι θεατές ενός αιγυπτιακού Οµοιώµατος ή ενός ρωµανικού εσταυρωµένου, δεν θα µπορούσαµε να τα αφήσουµε µέσα στα µουσεία.

Ο ρόλος των µουσείων στη σχέση µας µε τα έργα τέχνης είναι τόσο µεγάλος ώστε µας είναι αδιανόητο το γεγονός ότι δεν υπάρχει ή ότι δεν υπήρχε αυτός ο ρόλος εκεί όπου ο πολιτισµός της σύγχρονης Ευρώπης είναι ή ήταν άγνωστος.

Μαζί µε τη διαµόρφωση της έννοιας «Μουσείο» διαµορφώνεται και η αντίληψή µας για την έννοια του έργου τέχνης αλλά και γενικότερα, του τρόπου που αντιλαµβανόµαστε και αξιολογούµε τα έργα τέχνης ως αξίες αισθητικές.

Είναι δύσκολο να γίνει κατανοητό σήµερα, πόσο καθοριστικής σηµασίας στην διαµόρφωση της αντίληψής µας περί τέχνης και αισθητικών αξιών ήταν, και παραµένει να είναι, η αµφίδροµη σχέση του Μουσείου (ως έννοιας και ως φαντασιακού πεδίου) και του Έργου Τέχνης. Όπως επίσης είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτό ότι η σχέση αυτή ήταν και παραµένει ακόµα ζωντανή και πως µέσα από αυτή την αλληλεπίδραση διαµορφώνονται νέες τάσεις και αισθητικές αξίες στην Τέχνη.

Ζούµε την εµπειρία των µουσείων όπως αυτή διαµορφώθηκε τον 19ον αιώνα και ξεχνάµε ότι έχουν επιβάλει στο θεατή µια εντελώς νέα στάση προς το «έργο τέχνης». Τα µουσεία έχουν συντελέσει ώστε να απαλλάξουν από τη λειτουργία τους και από το αρχικό τους νόηµα τα έργα τέχνης που συγκεντρώνουν στις συλλογές τους. Από την άλλη όµως, τα έργα τέχνης µέσα στο µουσείο έρχονται σε ένα διάλογο µεταξύ τους που τα µεταµορφώνει διαρκώς. Φέρουν µέσα τους τα σπέρµατα µιας αναβίωσης που θα τα κάνει να αφήσουν το δικό τους κόσµο και να ξαναγεννηθούν µέσα στο δικό µας ως αισθητικές αξίες.

 


Ζούµε την εµπειρία των µουσείων όπως αυτή διαµορφώθηκε τον 19ον αιώνα και ξεχνάµε ότι έχουν επιβάλει στο θεατή µια εντελώς νέα στάση προς το «έργο τέχνης». 


Μουσείο και Μυθοπλασία

Τα µουσεία ήταν και παραµένουν δηµιουργοί µυθοπλασιών. Κάθε έργο τέχνης είναι ένα απόσπασµα κάποιας µυθοπλασίας. Τα µεγάλα κινήµατα στις τέχνες – αυτές οι µετατοπίσεις και ρήξεις, οι ανατροπές και οι µεταµορφώσεις των εκφραστικών τρόπων του ανθρώπου – συνιστούν θαυµαστές µυθοπλασίες του πνεύµατος οι οποίες επαναπροσδιορίζουν νοήµατα, πεποιθήσεις, αισθητικούς κανόνες και πνευµατικές αξίες.

Εξαρχής, ο ρόλος των µουσείων ήταν η ανάδειξη του πολιτισµικού πλούτου µε την επιλεκτική συλλογή και έκθεση έργων τέχνης στη βάση κάποιου αισθητικού κανόνα. Αρχικά ήταν ο αισθητικός κανόνας της αρχαίας Ελλάδας και Ρώµης όπως φυσικά τον είχαν επινοήσει η Φλωρεντία και η Ρώµη της Αναγέννησης, που είχαν πιστέψει ότι το πνεύµα τους βρισκόταν σε διάλογο µε την αρχαιότητα. Αναβίωσαν λοιπόν τον Μύθο, δίνοντας του µέσα από την Τέχνη αξία ισότιµη µε εκείνη των λατρευτικών µορφών του παρελθόντος.

Σκεφτείτε ότι τα ευρωπαϊκά µουσεία* του 18ου και κυρίως του19ου αιώνα ‘επινόησαν’ την τέχνη της αρχαίας Ελλάδας και την καθιέρωσαν ως την υψηλότερη µορφή έκφρασης ενώ απέκλεισαν ως ατελείς µορφές τις τέχνες άλλων εποχών, όπως λ.χ. αυτές του Βυζαντίου και του Μεσαίωνα. (* όχι µόνο τα µουσεία)

Σκεφτείτε επίσης την ερµηνευτική δύναµη κινηµάτων όπως αυτό του κλασικισµού – στις καλές τέχνες, στην αρχιτεκτονική, ακόµα και στη λογοτεχνία – και τον καθοριστικό ρόλο του στη διαµόρφωση του σύγχρονου ευρωπαϊκού πολιτισµού. Ακόµα και ο αντίποδας σε αυτό το κίνηµα, ο Ροµαντισµός, είναι κατά κάποιο τρόπο παράγωγο αυτής της µυθοπλαστικής διεργασίας.

Σκεφτείτε ακόµα ότι µόλις πριν 140 χρόνια τα έργα των µεγάλων ιµπρεσιονιστών ζωγράφων αντιµετωπίζονταν από τους σύγχρονούς τους µε χλευασµό και ως ανάξια να περιληφθούν στις συλλογές των µουσείων.

Τέλος, σκεφτείτε τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξαν τα µουσεία κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα στην ευρεία διάδοση και στην αποδοχή της µοντέρνας τέχνης. (ΜοΜΑ 1939, κ.ο.κ.) Αυτή η µυθοπλαστική λειτουργία των µουσείων παραµένει στην ουσία αναλλοίωτη από τον καιρό των Μεδίκων στη Φλωρεντία.

Ο ρόλος λοιπόν των µουσείων στην διαµόρφωση, ανάδειξη και επικύρωση της τέχνης µιας εποχής ή περιόδου δεν µπορεί ποτέ να υπερεκτιµηθεί.

 


Τέλος, [τα μουσεία] είναι τα εµβληµατικά Κτίρια-∆οχεία – τα οποία φιλοξενούν ότι πολυτιµότερο, ότι πιο ωραίο και συγκλονιστικό έχει εκφράσει στην τέχνη µέχρι σήµερα ο άνθρωπος ενατενίζοντας την παρουσία ή την απουσία του Θείου.


Το Μουσείο σήµερα

Παραµένει, ως έννοια, µια µεταφορά της συλλογικής µνήµης, του υπαρκτού δηµιουργικού αποθέµατος, της πολιτισµικής παρακαταθήκης του ανθρώπου. Είναι ο χώρος, νοητός ή πραγµατικός, όπου συνυπάρχουν έργα τέχνης από διαφορετικές εποχές και τόπους. Στο χώρο αυτό τα έργα τέχνης έρχονται σε ένα διάλογο µεταξύ τους που τα µεταµορφώνει διαρκώς και που τα επαναπροσδιορίζει ως αξίες αισθητικές.

Τα µουσεία σήµερα – ως θεσµοί, ως ιδρύµατα και ως εµβληµατικά κτίρια – είναι σηµαντικότατοι πυκνωτές πνευµατικών, πολιτιστικών και κοινωνικών δρώµενων. Είναι ακόµα ιδρύµατα-φορείς που µέσω των δραστηριοτήτων τους διαχειρίζονται πολύ µεγάλους οικονοµικούς πόρους και προϋπολογισµούς. Εκτός από κιβωτοί του υπαρκτού δηµιουργικού αποθέµατος του ανθρώπου, είναι επίσης δραστικά πεδία συντήρησης και ανάδειξης των έργων τέχνης, έρευνας και προώθησης γνώσης.

Είναι ακόµα δηµιουργοί µυθοπλασιών, δηλαδή φαντασιακών πεδίων επικύρωσης, επινόησης, ανατροπής και επαναπροσδιορισµού των αισθητικών κανόνων και αξιών στην Τέχνη. Είναι οι ‘καθεδρικοί ναοί’ του παρόντος µέσα στους οποίους τα έργα τέχνης αποκαλύπτονται στον επαρκή επισκέπτη µε τρόπο ανάλογο µε αυτό που αποκαλύπτονταν στο παρελθόν οι λατρευτικές µορφές στον πιστό.

Τέλος, είναι τα εµβληµατικά Κτίρια-∆οχεία – τα οποία πολλές φορές λειτουργούν και ως µανιφέστα της αρχιτεκτονικής της εποχής τους – τα οποία φιλοξενούν ότι πολυτιµότερο, ότι πιο ωραίο και συγκλονιστικό έχει εκφράσει στην τέχνη µέχρι σήµερα ο άνθρωπος ενατενίζοντας την παρουσία ή την απουσία του Θείου.

Click to access the login or register cheese